Ο εμπορικός πόλεμος Ανατολής-Δύσης και πόσο μπορεί να επηρεάσει την ελληνική αγορά αυτοκινήτου


Η Ελλάδα στη «σκιά» των δασμών του Donald Trump. Τι πρέπει να κάνει η Πολιτεία για να αποφευχθούν ανατιμήσεις στις τιμές των ΙΧ. 

Η παροιμία «όταν μαλώνουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια» αποδεικνύεται διαχρονικά επίκαιρη, ειδικά σε περιόδους κρίσης. Περιγράφει εύστοχα τις επιπτώσεις που δέχονται τα «ασθενέστερα» μέρη ενός συστήματος από τις συγκρούσεις των ισχυρών. Και, εν προκειμένω, το πόσο θα επηρεάσει τις ζωές μας η νέα κρίση που δημιουργεί ο «ανένδοτος» που σήμανε με την επανεκλογή του ο Donald Trump στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ, μέσα από την επιβολή δασμών στις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη και δη στην Κίνα.

Η Ευρώπη, ως βασικός πυλώνας της διεθνούς οικονομίας και κυρίως λόγω της ισχυρής της παρουσίας στην αυτοκινητοβιομηχανία, δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Ίσως, με μια πρώτη ματιά, η Ελλάδα –χωρίς δική της αυτοκινητοβιομηχανία ή ισχυρή εξαγωγική δραστηριότητα στον τομέα– να δείχνει εκτός κάδρου. Όμως, είναι έτσι;

Η στήλη απευθύνθηκε σε σημαντικούς παράγοντες της αγοράς – όχι μόνο από τον κλάδο του αυτοκινήτου – και διαπίστωσε μια ευρύτερη ανησυχία για τις επιπτώσεις της γεωοικονομικής αναταραχής. Το θολό τοπίο που διαμορφώνεται, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπιστοσύνης στις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις περί «θωράκισης της ελληνικής οικονομίας», θυμίζει έντονα τα γεγονότα της οικονομικής κρίσης, όταν τα λόγια δεν αποτύπωναν  ποτέ την πραγματικότητα.

Ανατιμήσεις στο ορίζοντα

Αν εστιάσουμε στην αγορά αυτοκινήτου –μια ιδιαίτερα ενεργή επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας–, η επίδραση είναι σχεδόν βέβαιη. Η Ελλάδα εξαρτάται ολοκληρωτικά από εισαγωγές οχημάτων. Επιβατικά και επαγγελματικά οχήματα φτάνουν κυρίως από την Ευρώπη και την Ασία για να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς. Οποιαδήποτε διατάραξη στο παγκόσμιο εμπορικό ισοζύγιο, ιδιαίτερα όταν εμπλέκονται παγκόσμιοι οικονομικοί κολοσσοί, οδηγεί σε αναπροσαρμογή κόστους – και το κόστος αυτό, αναπόφευκτα, μετακυλίεται στον τελικό καταναλωτή.

Μια ενδεχόμενη αύξηση της τιμής των καινούργιων αυτοκινήτων, ακόμα και της τάξεως του 5-10%, θα συμπιέσει ακόμα περισσότερο την ήδη «στάσιμη» ευρωπαϊκή αγορά, πολύ περισσότερο δε την ελληνική, όπου το διαθέσιμο εισόδημα συγκριτικά είναι πολύ πιο χαμηλό και εξακολουθεί να πλήττεται από την αυξανόμενη ακρίβεια.

Αυτός είναι ο κανόνας της αγοράς, ανεξάρτητα από τις όποιες προσπάθειες απορρόφησης   γίνουν από την πλευρά των κατασκευαστών. Το έχουμε δει και προσφάτως με τις επιπτώσεις που είχε στην παραγωγή η έλλειψη ημιαγωγών την εποχή του Covid-19, που παραμένουν αισθητές ακόμα και σήμερα στον τιμοκατάλογο των αυτοκινήτων.

Δεν θέλουμε να γίνουμε προφήτες δεινών, αλλά μία αύξηση τιμών της τάξεως του 5-10% στα νέα οχήματα φαίνεται δύσκολο να αποφευχθεί, εάν δεν υπάρξει αποκλιμάκωση ή εναλλακτικές διμερείς συμφωνίες. Και αυτό δεν είναι ό,τι καλύτερο να συμβεί σε μια Ευρώπη ήδη στάσιμη, και σε μια Ελλάδα όπου το διαθέσιμο εισόδημα παραμένει περιορισμένο και συνεχώς πιεζόμενο από την ακρίβεια.

Αν δεν υπάρξει σοβαρό κρατικό σχέδιο –όπως ένα ουσιαστικό πρόγραμμα απόσυρσης που θα μειώσει τις τιμές και θα ανανεώσει τον γηρασμένο στόλο,  με μέση ηλικία 17,5 έτη–, τότε μιλάμε για μια δυσμενή εξέλιξη, όχι μόνο για τους καταναλωτές, αλλά και για την αγορά συνολικά.

Επιπτώσεις στο leasing

Η (ενδεχόμενη) ανατίμηση δεν επηρεάζει μόνο τους ιδιώτες αγοραστές. Οι εταιρικές πωλήσεις και οι συμφωνίες leasing –που τα τελευταία χρόνια πρωταγωνιστούν στην ελληνική αγορά– θα υποστούν σοβαρό πλήγμα. Η αύξηση στο κόστος των οχημάτων σημαίνει αυτόματα αύξηση και στις μηνιαίες δόσεις, κάνοντας τις μισθώσεις λιγότερο ελκυστικές για επιχειρήσεις και επαγγελματίες.

Σε ευρύτερη κλίμακα, μια τέτοια πολιτική δασμών μπορεί να διαταράξει ολόκληρο το οικοσύστημα της αυτοκινητοβιομηχανίας: από τους εισαγωγείς και τους αντιπροσώπους, μέχρι τον τελικό χρήστη. Με ορατό τον κίνδυνο περιορισμένων αποθέματων, υψηλότερες τιμές και αυξανόμενη αβεβαιότητα, οι καταναλωτές θα στραφούν είτε σε μεταχειρισμένα  είτε θα παγώσουν την αγορά επ’ αόριστον. Και αυτό δεν είναι ό,τι καλύτερο για το επιχειρείν, το περιβάλλον και την ποιότητα της ζωής μας…

Υπάρχει ευκαιρία;

Αναζητώντας την ευκαιρία που, όπως λένε, φέρνει κάθε κρίση, δύσκολα εντοπίζει κανείς θετικά σημεία σε αυτή την περίπτωση. Αν υπάρχει κάτι, αυτό είναι η ανάγκη επιτάχυνσης στην αναβάθμιση  των δημόσιων συγκοινωνιών και η ενίσχυση των εναλλακτικών μορφών μετακίνησης. Αλλά και αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει, ανεξάρτητα από τα νέα δεδομένα.

Στο διά ταύτα,

οι δασμοί Trump –ακόμα και αν αποδειχθούν τακτικιστικός ελιγμός– δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστο το διεθνές εμπόριο. Και σίγουρα όχι οικονομίες όπως η ελληνική, που παραμένουν εξαρτημένες και ευάλωτες. Η Πολιτεία οφείλει να έχει σχέδιο, να παρακολουθεί τις εξελίξεις και να είναι σε θέση να αντιδράσει γρήγορα. Ελπίζουμε ότι αυτό ήδη συμβαίνει…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δασμοί Trump: Ο ACEA φοβάται οικονομικό κραχ και προειδοποιεί την Κομισιόν

Ferrari: Απάντηση «φωτιά» στους δασμούς του Trump - Μεγάλες αυξήσεις στις τιμές

Trump: Τα κάνει... Κούγκι με τους δασμούς - Τι ανακοίνωσε για τις αυτοκινητοβιομηχανίες